Σχετικά με του Βάγγου


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ (ΤΣΟΛΟΓΙΑΝΝΗ) ΠΟΥ ΚΥΚΛΟΦΟΡΗΣΕ ΑΠΟ ΤΙΣ  ΕΚΔΟΣΕΙΣ  Αφοι ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ ΤΟ 2006 ΜΕ ΤΙΤΛΟ " ΒΑΓΓΟΥ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΗΣ Ν. ΑΡΚΑΔΙΑΣ"

Το χωριό μας αποτελεί για όλους μας σημείο αναφοράς. Οφείλουμε στις νέες γενιές να καταγράψουμε την δική μας ιστορία, διότι αν δεν καταγραφεί, θα χαθεί στο διάβα του αμείλικτου χρόνου. Τoυ Βάγγου, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής, αλλά κυρίως κατά τον εμφύλιο πόλεμο, όπου ανέδειξε μια ηγετική επαναστατική φυσιογνωμία. Τον ταγματάρχη του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, τον Δημήτρη (Μήτσο) Γιαννακούρα (Πέρδικα) . Από του Βάγγου και εμείς, φτωχά παιδιά της αρκαδικής γης, σκορπίσαμε σαν του λαγού τα παιδιά στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα: Αμερική, Αυστραλία μέχρι την μακρινή Βενεζουέλα. Διασπαρθήκαμε σ' ολόκληρη την ελληνική επικράτεια. Μάνες με δέκα παιδιά έμειναν μόνες σαν καλαμιές στο κάμπο. Η πρώτη αποτυχία κάθε συγχωριανού μας ακολουθούσε δεύτερη προσπάθεια. Και ο πήχυς, στη δεύτερη προσπάθεια ετοποθετείτο ακόμα πιο ψηλά. Η φτώχεια ήταν ο μεγάλος μας αντίπαλος. Όταν έφυγαν οι γερμανοί και τελείωσε ο εμφύλιος πόλεμος, εκείνο που μπορούσες να διακρίνεις, δια γυμνού οφθαλμού ήταν μόνο φτώχεια
Τα τελευταία χρόνια άρχισα να συγκεντρώνω στοιχεία για την ιστορία του χωριού μου Βάγγου και όπως ήταν φυσικό συνάντησα αρκετές δυσκολίες. Για παράδειγμα δεν υπάρχει κάποιο άλλο βιβλίο που να αναφέρεται πάνω στο ίδιο θέμα και μ' αυτή την έννοια, το όλο εγχείρημα φάνταζε δύσκολο αν όχι αδύνατο. Παρ' όλες όμως τις δυσκολίες αποφάσισα να προβώ στην υλοποίηση της απόφασης μου, φρεσκάροντας την μνήμη μου και με όση βοήθεια μπόρεσαν να μου προσφέρουν οι επιζώντες από τους ηλικιωμένους.

Το χωριό μας όπως έχω ακούσει δεν βρίσκονταν στη σημερινή του τοποθεσία. Τα παλιά χρόνια κυρίως επί οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι κάτοικοι του ζούσαν νομαδικά, μάλλον σε δύο τρεις διαφορετικούς οικισμούς, όπου ο κάθε ξεχωριστός οικογενειάρχης ξεπέζευε όπου τον βόλευε.
Του Βάγγου σήμερα βρίσκεται σε πολύ προνομιακή τοποθεσία. Από ανατολάς έχει ορατότητα μέχρι τα βουνά του Πάρνωνα. Από δυσμάς βλέπει μέχρι το Κατάκολο. Από το νότο βλέπει όλη τη Μεσσηνία και από το βορρά μας καλύπτει το όρος Μαίναλο. Την προνομιακή του θέση, εκμεταλλεύτηκε κάποιος αγάς επί τουρκοκρατίας και αποφάσισε να χτίσει το σπίτι του σ' αυτή την προνομιακή τοποθεσία στην οποία βρίσκεται σήμερα το χωριό μας
Τα σχετικά με τον Τούρκο αγά, μου τα είχε διηγηθεί τα πολύ παλιά χρόνια ο γερο-Κώτσος Κυριακόπουλος (Γατσιάς). Ένας πολύ καλόγνωμος γέρος.

Ο αγάς, τότε διαπίστωσε ότι το μέρος αυτό προσφέρονταν για να δημιουργήσει το νοικοκυριό του, διότι γύρω από το χωριό υπήρχαν αρκετά γόνιμα χωράφια. Και αποφάσισε να χτίσει το σπίτι του εκεί που σήμερα είναι ιδιοκτησία του Θεόδωρου Μιχολιά στην περιοχή Γλιστρά όπως την λέγαμε παλιά. Ο τούρκος αγάς, έχτιζε το σπίτι του την μέρα, όμως τη νύχτα οι Έλληνες πήγαιναν στα κρυφά και του το γκρέμιζαν. Αυτό το «παιχνίδι» βάσταξε αρκετό καιρό όπου στο τέλος ο αγάς βαρέθηκε και παραιτήθηκε από την προσπάθεια
Το χωριό μας λοιπόν, δεν κατακτήθηκε ποτέ από τους τούρκους και το μέρος μας έμεινε σχεδόν απάτητο από τους κατακτητές. Όπως και προαναφέρθηκε οι κάτοικοι του ζούσαν σε νομάδες και όπως δείχνουν διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα, κεραμικά, είδη οικιακής χρήσεως κτλ., οι αρχαίοι κάτοικοι τού χωριού μας κατοικούσαν' στα Ισιώματα και στου Παπά τη Λάκα. Οι λόγοι είναι αυτονόητοι. Εκεί είχαν κοντά την Κεράσοβα, δηλαδή νερό. Μάλιστα στου Παπά τη Λάκα εκεί που σήμερα είναι του Μουρτζίνη το χωράφι, πολλά σημάδια δείχνουν ότι παλιά το μέρος κατοικούνταν. Είχαν και ένα εκκλησάκι τον Άγιο Αθανάσιο.
Ένα άλλο μέρος που φέρονται σημάδια ότι κατοικείτο είναι η Κάτω Χώρα όπως την λέμε μέχρι και σήμερα. Και εδώ, είναι εμφανή τα χαλάσματα και πλήθος από κεραμίδια. Στην Κάτω Χώρα, παραδίπλα υπήρχε και ένα εκκλησάκι που οι πιστοί εκκλησιάζονταν. Είναι η Άγια Παρασκευή. Ακόμα και σήμερα βρίσκονται τα θεμέλια της.
Το πότε όμως χτίστηκε το σημερινό χωριό κανένα γραφτό κείμενο δεν μας το αναφέρει. Συμβουλεύτηκα και τα Αρκαδικά του Παυσανία, αλλά δε βρήκα κάτι διαφωτιστικό. Κάνει αναφορά για το Κρόϊ του Καράτουλα και για την Ασέα, αλλά για το Βάγγου δεν αναφέρει τίποτα. Πάντως με κάτι συζητήσεις που είχα κάνει παλιά με το γερο-Δημήτρη Γιαννακούρα και τον μπαρμπα-Κώτσο το Γατσιά, καταλήγω στο συμπέρασμα, ότι όλες αυτές οι νομάδες πρέπει να μαζεύτηκαν γύρω στο 1500-1550 μ.Χ. στη σημερινή τοποθεσία του χωριού μας.
Ο λόγος που τράβηξε τότε τους συγχωριανούς μας να χτίσουν το χωριό σ' αυτή τη θέση, είναι μια βρύση που ακόμα και σήμερα βγάζει αρκετό νερό. Επίσης,• όπου «βάρεσαν» να βρουν νερό έβρισκαν με αρκετή ευκολία. Τα πολλά πηγάδια του χωριού μας επιβεβαιώνουν την ύπαρξη αρκετών πηγών. Οι κάτοικοι πρώτα-πρώτα «έβγαλαν» τα κοινοτικά πηγάδια. Στην αρχή αυτά ήταν τρία (3). Του Καλλιάνη, το Κωτσικέϊκο και το Μιχολιέϊκο. Συνήθως σ' αυτά τα πηγάδια έπλεναν οι γυναίκες του χωριού μας τα ρούχα.
Τώρα, το πώς δόθηκαν τα ονόματα στα πηγάδια είναι άγνωστο. Πάντως του Καλλιάνη το πηγάδι είναι στην τοποθεσία που και σήμερα έτσι. ονομάζεται. Το Μιχολιέϊκο πηγάδι βρίσκεται ακόμα και σήμερα γύρω από τα Μιχολιέϊκα χωράφια. Το Κωτσικέϊκο πηγάδι, άγνωστο από πού πήρε το όνομα του. Πάντως με τα χρόνια οι κάτοικοι του άνοιγαν ιδιωτικά πηγάδια, διότι όπου και αν «βάραγαν» έβρισκαν νερό. Ο τόπος γύρω από το χωριό κάτω από το ένα μέτρο βάθος έχει γλίνα, η οποία έχει την ιδιότητα να «βαστάει» το νερό.

Ακόμα και στις μέρες τις δικές μου άνοιξαν καινούργια πηγάδια, όπως ο Παναγιώτης Γιαννακούρας (Κωσταντάκος), ο Γεώργιος και Νικόλας Μιχολιάς, όπου βρήκαν αρκετό νερό. Αποτυχία είχαν στην προσπάθεια τους οι: Γεώργιος Παπαδόπουλος, Δημήτριος Καραγιάννης και ο Παναγιώτης Μιχολιάς. Όλοι τους το πήγαν δέκα μέτρα αλλά δεν βρήκαν κάτω γλίνα και το νερό χάνονταν.
Οι παραπάνω λόγοι έκαναν τότε τους περιφερόμενους συγχωριανούς μας να αποφασίσουν να χτίσουν το καινούργιο τους χωριό στη σημερινή τοποθεσία. Όπως και προαναφέρθηκε δεν υπάρχει κάποιο γραπτό κείμενο να μας διαφωτίσει καλύτερα. Μ' αυτή την έννοια, μόνο υποθέσεις και εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Έτσι λοιπόν κάνοντας λογικές υποθέσεις, καταλήγουμε στο λογικό συμπέρασμα, ότι το χωριό μας πήρε αυτή τη μορφή και αυτό το όνομα βάσει τους παραπάνω λόγους. Ακόμα και για την ονομασία του δεν γνωρίζουμε από πού την πήρε. Το χωριό μας μ' αυτό το όνομα καθιερώθηκε, οριοθετήθηκε με τα όμορα χωριά, διότι παλιότερα τα όρια των χωριών ήταν πολύ σημαντική υπόθεση και ήταν αναγνωρίσιμα και σεβαστά. Για παράδειγμα απαγορεύονταν σε κτηνοτρόφους διαφορετικών κοινοτήτων να βόσκουν τα κοπάδια τους, εντός των ορίων άλλης κοινότητας.
Ειδικότερα, τα όρια της κοινότητας Βάγγου είναι αρκετά μεγάλα και εκτείνεται: Νότια συνορεύει με την κοινότητα Εκκλησούλα (Μερζέ) και με την κοινότητα Σιάλεσι (Μακρύσι). Ανατολικά συνορεύει με την κοινότητα Αραχαμίτες, και την ιστορική κοινότητα του Βαλτετσίου. Βόρεια συνορεύει με την κοινότητα Μαντέϊκα, τα οποία παλιότερα συναποτελούσαν μαζί με του Τσελεπάκου και το Χρυσοβίτσι μία κοινότητα. Δυτικά συνορεύει με την κοινότητα Λυκόχια και την κοινότητα Καράτουλα.

Τα όρια της κοινότητα Βάγγου είναι μακρόστενα. Έχουν ως αφετηρία την κοινότητα Εκκλησούλα (Μερζέ) και εκτείνονται μέχρι την κοινότητα Μαντέϊκα. Το μήκος της κοινότητας Βάγγου είναι 12 χιλιόμετρα από ανατολάς προς βορρά και το μήκος της είναι 5 χιλιόμετρα. Συνεπώς η κοινότητα Βάγγου, στα όρια της περικλείει περίπου 60 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Όσο όμως μεγάλη και αν είναι η έκταση είναι τελείως άγονη. Παρ' όλα αυτά οι κάτοικοι του με την εργασία τους κατάφεραν να την αξιοποιήσουν. Αφού καλλιέργησαν τα λιγοστά χωραφάκια στην συνέχεια εστράφησαν προς την κτηνοτροφία. Μάλιστα στις δεκαετίες του 1940 και '50 ο αριθμός σε γιδοπρόβατα υπερέβαινε τις 50.000. Το χειμώνα οι κάτοικοι λόγω του ψύχους για να επιβιώσουν αναγκάζονταν να κατέβουν σε θερμότερα παραθαλάσσια μέρη για να ξεχειμωνιάσουν. Οι περισσότεροι πήγαιναν στην εύφορη Μεσσηνία και αρκετοί επέλεγαν το νησάκι Πρώτη που βρίσκεται απέναντι από τους Γαργαλιάνους και τον Μάραθο, την Γιάλοβα, το Πετροχώρι, κ.ά. Άλλοι πήγαιναν στους νομούς Λακωνίας, Αργολίδας και συγκεκριμένα στην επαρχία Ερμιόνης και στο νησί του Αργοσαρωνικού Πόρο.

Τώρα, όσοι παρέμεναν το χειμώνα στο χωριό, συνήθως ασχολούνταν με την παραγωγή ασβέστη. Είχαμε πολλά ασβεστωκάμινα στα οποία οι κάτοικοι του «έβγαζαν» μεγάλη ποσότητα από ασβέστη και τροφοδοτούσαν πολλά χωριά της Μεγαλόπολης. Η ποιότητα τού ασβέστη ήταν από τις καλύτερες της περιοχής και Γαυτό οφειλόταν στα λευκά πετρώματα. Από πολύ μικρός ασχολήθηκα κι εγώ με την παραγωγή ασβέστη βοηθώντας τον πατέρα μου Παναγιώτη. Το 1939 μαζί με τους Παναγιώτη Γιαννακούρα (Μαύρο) το μεγάλο του γιο Γιώργο Γιαννακούρα και
το Δήμο Κυριακόπουλο (Γατσιά) μεταφέραμε την παραγωγή με τα μουλάρια και την πουλήσαμε στη Μαρμαριά, στα Λύκα (Αθήναιον) του Πάπαρι και σ' άλλα χωριά της περιοχής. Ο ασβέστης μετριόταν σε καντάρια. Κάθε καντάρι αντιστοιχούσε σε 44 οκάδες. Διαπραγματευόμασταν αρκετά την τιμή του και μας απέφερα σημαντικά οφέλη στην τοπική οικονομία του χωριού. Κάθε χρονιά το χωριό έβγαζε δύο με τρία ασβεστωκάμινα.
  Επίσης, αρκετά χρήματα έφερνε στο χωριό μας και η υλοτομία. Στο νότιο τμήμα του χωριού υπάρχουν αρκετά δάση και το χειμώνα τροφοδοτούσαμε με ξύλα και κάρβουνα την πόλη της Μεγαλόπολης. Τότε δεν υπήρχαν τα μέσα που υπάρχουν σήμερα, πετρέλαιο, ρεύμα κτλ. Βασικό εισόδημα αποτελούσε η κτηνοτροφία. Ο ασβέστης, το κάρβουνο, τα ξύλα και η γεωργία απλά συμπλήρωναν τα οικονομικά του κάθε οικογενειάρχη. Τα χωριό μας όπως και προαναφέραμε είναι ορεινό και τα λίγα όμως λακούλια που υπάρχουν στις πλαγιές σπέρνονταν όλα. Ακόμα και στις μέρες τις δικές μου σπέρναμε σιτάρι, βρώμη, κριθάρι κτλ. Στα βόρεια χωράφια του χωριού έβγαινε το καλύτερο αραποσίτι. Το χωριό μας λοιπόν έβγαζε λίγα απ' όλα. Αλλά ήταν αρκετά για να θρέψουν τις φαμελιές μας. Θέση πρωτοκαθεδρίας κατείχε η κτηνοτροφία.

Αεροπορικά πλάνα του χωριού-ΦΩΤΟΝΙΟ